ΑΡΘΡΟ
του ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΡΑΔΕΙΣΗ
Η ιστορία επαναλαμβάνεται, στην καλύτερη περίπτωση ως φάρσα και στη χειρότερη ως τραγωδία.
Εδώ και μερικούς μήνες στο προσκήνιο και αρκετά χρόνια – Κύριος οίδε πόσα – στο παρασκήνιο, η πυορροούσα πληγή της εξόρυξης αντιμονίου στην Κέραμο επανέρχεται στην επικαιρότητα.
Στα μέσα του περασμένου αιώνα στην περιοχή των ορυχείων της Κεράμου συντελέστηκε ένα έγκλημα που έμεινε ατιμώρητο. Σαράντα περίπου άνθρωποι έπεσαν θύματα της ασυδοσίας της εταιρείας Μποδοσάκη που βύθισε στο πένθος ένα ολόκληρο χωριό.
Τα χρόνια που πέρασαν από τότε κάποιοι τα θεωρούν αρκετά για να επέλθει η λήθη, ώστε να μπορέσουν να επαναλάβουν το καταστροφικό τους έργο, με άλλη μορφή, στην πραγματικότητα όμως είναι λίγα για να λησμονηθεί η δολοφονία των ανθρώπων.
Και τότε, όπως και σήμερα, διαβεβαίωναν τον απλό κόσμο ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος. Και τότε, όπως είναι έτοιμοι να πράξουν και τώρα αν συμβεί κάτι, μετέθεταν τις ευθύνες στα θύματα υποστηρίζοντας ότι δεν τηρούσαν τα μέτρα προφύλαξης. Και τότε όπως είναι έτοιμοι να πράξουν και τώρα χρησιμοποιούσαν την ισχύ του κράτους για να επιβάλλουν τις αποφάσεις τους, αν υπάρξει αντίδραση, εφαρμόζοντας το «όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος».
Μάταια ο αείμνηστος Βολισσιανός γιατρός (ο μετέπειτα πανεπιστημιακός καθηγητής) Κώστας Μουτάφης, μαζί με τον καθηγητή Σωληνάριο έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις του αντιμονίου στον οργανισμό. Το επίσημο κράτος τους πίεζε να αλλάξουν τις γνωματεύσεις τους. Εκείνοι όμως στάθηκαν συνεπείς στον όρκο τους με αποτέλεσμα να κυνηγηθούν στη συνέχεια.
Μάταια ο επόπτης εργασίας διαμαρτυρόταν για τις ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας των εργαζομένων. Τον μετέθεσαν «διότι δεν συνεμορφώθη προς τας υποδείξεις» και ανέθεσαν το ρόλο του επόπτη εργασίας στο Διευθυντή της Αστυνομίας. Άλλωστε το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να ιδρύσουν αστυνομικό σταθμό στην Κέραμο για να παρακολουθούν και να ελέγχουν τους εργαζόμενους.
Θα περίμενε κανείς ότι η στυφή γεύση της δεκαετίας του 50 και ο σεβασμός στη μνήμη των νεκρών δεν θα επέτρεπε την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για το αντιμόνιο. Αλλά οι πολυεθνικές εταιρείες αδιαφορούν για τη ζωή των ανθρώπων.
Ισχυρίζονται ότι ο κίνδυνος σήμερα έχει ελαχιστοποιηθεί. Αλλά όσο μικρότερα κι’ αν είναι τα ποσοστά κινδύνου, μπορεί κανείς, χωρίς να χαρακτηριστεί κυνικός, να ρισκάρει με τη ζωή των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής; Η ανθρώπινη ζωή είναι θέμα ποσοστών;
Οι επισπεύδοντες έχουν επιστρατεύσει διάφορους ειδικούς και μη που θέλουν να μας πείσουν για τα καλά της επένδυσης. Είναι αξιοπρόσεκτο όμως ότι από κανέναν ιατρικό φορέα δεν ζητήθηκε η γνώμη του, γιατί κανένας επιστήμονας του χώρου της υγείας δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για την ανθρώπινη ζωή από το αντιμόνιο. Γιατί αν βρισκόταν κάποιος πρόθυμος να μας διαβεβαιώσει για το αντίθετο, θα γνώριζε ότι θα είχε να αντιμετωπίσει και τις ποινικές συνέπειες για ψευδείς διαβεβαιώσεις αν κάποιοι άνθρωποι πληρώσουν στο μέλλον βαρύ τίμημα για τη ζωή τους.
Δεν μπορούμε να μη σταθούμε και στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Η διεθνής εμπειρία καταδεικνύει ότι η περιοχή θα πληγεί ανεπανόρθωτα, θα χάσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και θα εγκαταλειφθεί στην τύχη της όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία της εξόρυξης.
Μελετώντας κανείς όσα υπάρχουν στη βιβλιογραφία για τις ιδιότητες του αντιμονίου, για τις επιπτώσεις στον ανθρώπινο οργανισμό, για τον κίνδυνο μόλυνσης ή και εξάντλησης του υδροφόρου ορίζοντα, για την καταστροφική επίπτωση στις καλλιέργειες, για τη μεταφορά με τον αέρα της καρκινογόνου σκόνης σε μακρινές αποστάσεις, για την κακοποίηση του περιβάλλοντος από το μηχανισμό μεταφοράς του μεταλλεύματος στο θαλάσσιο χώρο, δεν μπορεί παρά να ανησυχεί για την κατάσταση που θα δημιουργηθεί.
Οι υποστηρικτές του «επενδυτικού σοκ», όπως το αποκαλούν, μας υπόσχονται τη θεραπεία όλων των προβλημάτων. Μας υπόσχονται θέσεις εργασίας (προφανώς για το φτηνό εργατικό δυναμικό που θα μεταφέρουν στη Χίο), μας υπόσχονται παιδιά για το σχολείο (λες και οι εργαζόμενοι στα ορυχεία θα έχουν τη δυνατότητα να φέρουν και τις οικογένειες τους, αν έχουν), μας υπόσχονται ανάπτυξη (για ποιους άραγε;).
Για να εμπιστευτεί όμως κάποιον και να πιστέψει σε υποσχέσεις θα πρέπει ο πρότερος βίος του υποσχόμενου να εγγυάται την αξιοπιστία του. Αν ξεκινήσουμε με την κυβέρνηση θα αναρωτηθούμε πότε οι κυβερνήσεις τήρησαν τις υποσχέσεις τους. Εδώ και πολλές δεκαετίες είναι σαφές ότι οι κυβερνήσεις αν δεν το επιδιώκουν, με εντολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πάντως δεν κάνουν τίποτα για να εμποδίσουν την ερήμωση της περιοχής. Πλήρης αδιαφορία για την υγεία, για τη συγκοινωνία, για την αγροτική παραγωγή, για τον πολιτισμό, για τα μνημεία της περιοχής, για τον τουρισμό, για το λιμάνι, για το βιολογικό καθαρισμό. Ήταν τόσα αυτά που θα μπορούσαν και είχαν την υποχρέωση να κάνουν για τον τόπο μας, αλλά δυστυχώς η προσφορά τους προσεγγίζει το μηδέν. Οι άνθρωποι της περιοχής μας πεθαίνουν αβοήθητοι και δεν έχουν άλλη λύση από την εγκατάλειψη του τόπου τους. Μήπως το τωρινό «ενδιαφέρον» τους έχει να κάνει με την επιλογή τους να μετατρέψουν μια περιοχή που έχει λίγους κατοίκους σε κρανίου τόπο, με αποικιοκρατικό χαρακτήρα;
Αναφορικά με τους επενδυτές υπάρχει κάποιο συναισθηματικό δέσιμο με την περιοχή που θα τους έκανε να ενδιαφερθούν ή να φροντίσουν να αναπτυχθεί και να μην πληγεί ή μήπως καθοδηγούνται από το ανεξέλεγκτο κέρδος και μόνο και εκμεταλλεύονται τη δύναμη που έχουν, ώστε να κατευθύνουν τις κυβερνητικές αποφάσεις; Νομίζω η απάντηση είναι εύκολη. Γιατί να πιστέψουμε λοιπόν κυβέρνηση και επενδυτές;
Μπορεί κάποιοι κάτοικοι της Αμανής να είναι εύπιστοι, να βλέπουν το τυράκι και να μην διακρίνουν τη φάκα, αλλά επειδή όλοι αγαπούν την περιοχή τους δεν θα θελήσει κανένας να συμβάλλει στην καταστροφή της.
Ο αγώνας του γιατρού του Μουτάφη, η θυσία των ανθρώπων που έχασαν άδικα τη ζωή τους πρέπει να μας καθοδηγεί. Όλη η Αμανή πρέπει να γίνει ένα ορμητικό ποτάμι που θα πνίξει τα σχέδια της καταστροφής. Όλοι πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι αντάλλαγμα για την ανθρώπινη ζωή δεν υπάρχει. Είναι αδιανόητο να επιτρέψουμε να προστεθούν άλλοι νεκροί στη μακάβρια λίστα. Η Αμανή δεν αντέχει άλλα φέρετρα.
Η δική μας αδιαφορία θα είναι ασυγχώρητη. Δεν θα είναι απλώς επιπολαιότητα μπροστά στις ανάγκες του σήμερα. Θα είναι ασέβεια και προσβολή απέναντι στους νεκρούς και στους αγέννητους.